Η ιστορία μας

Το "Ποτάμι"

(Διονυσίου Ν. Μπώκου: «ΜΥΡΣΙΝΗ – Η ιστορία και ο κόσμος της»

ΜΕΡΟΣ Ζ΄ - ΤΟ ¨ΠΟΤΑΜΙ¨ – ΚΕΦ.1,2, – Σελ.96-100)

1.Η ΜΟΝΙΜΗ ΠΛΗΓΗ

             Το χαμηλό υψόμετρο της Μυρσίνης ήταν και είναι, ένα σοβαρό μειονέκτημά της. Και ήταν και είναι ο λόγος που δεχόταν και δέχεται τα όμβρια νερά μιας ολόκληρης περιοχής.

            Τα υψηλότερα σημεία του χωριού είναι: ¨Παλιόμυλος – Μπεφάνη¨, 4 πόδια - ¨Ράχη¨, 4 πόδια - ¨Σωτήρω¨, 2 πόδια – ¨Παλιό χωριό¨ 4 πόδια - ¨Λίμνα¨, 1 πόδι – κέντρο (αγορά – Βεσκουκέικα ) 8 πόδια ( 1 πόδι – 30 εκατοστά).

            Δεχόμενη λοιπόν, η περιοχή Μυρσίνης, τα όμβρια νερά του μισού νομού περίπου, από τα παλιά χρόνια και μέχρι το 1953, στην κυριολεξία ¨πνιγόταν¨, τον χειμώνα, σε κάθε μεγάλη νεροποντή. Και οι νεροποντές, μέχρι και τα τελευταία χρόνια, που τις πρόφτασαν και οι νεότεροι, ήταν διαρκείας! Έβρεχε ολόκληρο μήνα και συνήθως, η βροχή ¨κρατούσε¨ για λίγο του Αγίου Ανδρέου στις 30 Νοεμβρίου, για να επανέλθει μετά δριμύτερη! Κάποτε, λέει η παράδοση ρώτησαν τα εγγόνια την γιαγιά τους ¨πότε είδε χειμώνα¨ και εκείνη τους απάντησε ¨μπρος – πίσω τα Νικολοβάρβαρα¨, δηλαδή οι βροχές άρχιζαν δυνατότερες και περισσότερες προ ή μετά τις 4 ή 6 Δεκέμβρη, εορτές Αγίας Βαρβάρας και Αγίου Νικολάου.

            Με τέτοιες λοιπόν βροχές, γίνεται αντιληπτό ότι η Μυρσίνη ζούσε έναν μόνιμο εφιάλτη. Τον εφιάλτη του ¨ποταμιού¨, του ¨πνιγμού¨. Έναν εφιάλτη επαναλαμβανόμενο και διαρκή.

            Ο Πηνειός ποταμός, παλιά, ¨πλεύριζε¨ στον Σταφιδόκαμπο (Μπράτι) με στροφή. Χωρίς ουσιαστική συντήρηση (καθάρισμα) της κοίτης του ποταμού, λόγω έλλειψης κατάλληλων μηχανικών μέσων αλλά και ενδιαφέροντος της Πολιτείας, με τις προσχώσεις, τον πολλαπλασιασμό των υδρόφιλων δέντρων, καλαμιών κλπ η κοίτη μίκραινε και στις ¨κατεβασιές¨ μπούκωνε!. Έτσι στο σημείο εκείνο (στροφή Μπράτι) τα νερά του ποταμού εκτρέποντο και πλημμύριζαν τα Καβάσιλα, την Ανδραβίδα, το Στρούσι, μέρος των Λεχαινών και την Μυρσίνη, που όχι μόνο την πλημμύριζαν αλλά την έπνιγαν!.

            Λόγω του μικρού υψομέτρου, όπως αναφέρθηκε, τα θολά νερά του ποταμού πλησιάζοντας την περιοχή Μυρσίνης, έπαιρναν, λόγω αυτής της κλίσης, μεγαλύτερη ορμή και ταχύτητα και ένα ¨βουητό¨ ακουγόταν πέρα από τα ¨Ανδραβιδαίικα αμπέλια¨. Εκείνο ακριβώς το βουητό ήταν ο τρόμος των Μυρσιναίων!. Ο πρώτος που θα αντιλαμβανόταν αυτό το βουητό έτρεχε στο καμπαναριό και χτυπούσε τρελλά όλες τις καμπάνες, κυρίως αν συνέβαινε νύχτα. σε πολλά σημεία, τα ορμητικά νερά ξεπερνούσαν σε βάθος το ένα μέτρο. Ήταν λοιπόν κίνδυνος για την ίδια τους τη ζωή!.

            Έπρεπε ακόμη, να ασφαλιστούν τα οικόσιτα ζώα. Να ασφαλιστούν στα κατώγια τα λάδια, τα κρασιά οι ¨κοφίνες¨ κλπ. Να γλιτώσουν ότι μπορούσαν.

            Σημεία, στο κέντρο του χωριού που δεν σκεπάζονταν από τα νερά ήταν ελάχιστα. Ένα τμήμα στα Θεοφιλέικα – Βεσκουκέικα, ο δρόμος προς την εκκλησία και ο δρόμος προς το Στρούσι. Η διάρκεια του κατακλυσμού ήταν αρκετά 24ωρα. Κι όταν οι πολλές βροχές συνεχίζονταν, συνεχιζόταν και η ¨πολιορκία¨ του χωριού!. Στην παραθαλάσσια περιοχή, θάλασσα και ξηρά ήταν στο ίδιο επίπεδο!. Ακόμη και το ¨ποτάμι¨ να σταματούσε, η περιοχή εκείνη παρέμενε κατακλυσμένη. Στην θαλάσσια περιοχή κατέληγαν ψόφια ζώα, πουλερικά, μπάλες σανού κλπ. Στα κατώγια ¨φύτρωνε¨ στάρι ή η βρώμη κλπ, από το ¨πότισμα¨ που είχαν υποστεί. Ο κόσμος ζούσε με χίλιους κινδύνους κλεισμένος στα σπίτια του, άνεργος και ανήμπορος για οτιδήποτε. Δυστυχία!

            Ο Γ. Παπανδρέου για το ¨Ποτάμι¨, τις πλημμύρες του Πηνειού, σημειώνει: ¨Παρά δε τα Καβάσιλα υψούται επ’ αυτού (του Πηνειού) μεγάλη γέφυρα εν τη αμαξιτή Πατρών – Πύργου. Εν δε μεγάλαις πλημμύραις υπερεκχειλίζων εξέρχεται της κοίτης αυτού και κατακλύζει τα πέριξ φθάνων πολλάκις και μέχρι των προθύρων της Γαστούνης…¨.

            Μεταγενέστερα, ο Ντίνος Ψυχογιός, στο διήγημά του ¨Το ζούδιο της Παλιόπολης¨ (¨ζούδιο¨ εννοεί τον Πηνειό) γράφει: ¨Όμως, αυτές οι ¨πολύβροχες¨ ημέρες και συνεπώς το ¨κατέβασμα¨ του ποταμού ήταν υπόθεση πολύ παλιά και όχι απλά ¨παλιά¨.

            Ο Ανδρέας Μπούτσικας στο βιβλίο του ¨Η Φραγκοκρατία στην Ηλεία¨ για το ίδιο θέμα, για το ¨ποτάμι¨, στη σελίδα 43 σημειώνει: ¨Μέχρι πρότινος σαν χειμώνιαζε, το ποτάμι γινόταν ο βραχνάς του κάμπου. στις πολύβροχες ημέρες – και δεν ήταν σπάνιες στην Ηλεία – οι καμπάνες των χωριών χτυπούσαν απελπισμένα και όχι σπάνια τραγικά και σπαραχτικά ειδοποιώντας  για το κατέβασμα του ποταμού…¨

            Πόσα χρόνια το ¨ποτάμι¨ έπνιγε την Μυρσίνη και την γύρω περιοχή, είναι άγνωστο. Ότι την έπνιγε για αιώνες είναι βέβαιο. Ο Ανδρέας Μπούτσικας στο βιβλίο του ¨Η Φραγκοκρατία στην Ηλεία¨ περιγράφοντας την Ανδραβίδα, ως έδρα Βυζαντινού Διοικητή και αργότερα επί φραγκοκρατίας, στη σελίδα 43, συνεχίζει.

            ¨Είναι αναντίρρητο ότι στην ευφορία του κάμπου, είχε συμβάλει τότε αποφασιστικά και ο Πηνειός, που στο γαλλικό χρονικό αναφέρεται ως ¨RIVIERAD’ ANDREVILLE¨ (ποτάμι της Ανδραβίδας). Οι μεγάλες υπερχειλίσεις του την εποχή των πλημμυρών, δηλαδή στις βαρυχειμωνιές, με τις τεράστιες ποσότητες λάσπης που κουβαλούσε, μετέβαλλαν τον τόπο σε μια απέραντη λιμνοθάλασσα, που έμοιαζε σα μια τεράστια βεντάλια πλάτους πολλών χιλιομέτρων και τον έκαναν πιο γόνιμο και παραγωγικό. (Κάμπος νοείται ασφαλώς το τμήμα του Ηλειακού κάμπου από Ανδραβίδα προς το Ιόνιο ουσιαστικά δηλαδή μέρος της Ανδραβίδας μέρος των Λεχαινών του Στρουσίου και ολόκληρη η Μυρσίνη)¨.

            ¨Ποτάμι¨! Το ¨ζούδιο¨ που είπαν άλλοι. Ο ¨ζητιάνος¨ που είπαν οι Μυρσιναίοι. Ζητιάνος, γιατί άπλωνε το ¨χέρι¨ του και πάντα κάτι έπαιρνε!. Ποτάμι. Ο εφιάλτης!. Όμως θα πρέπει να σημειωθεί και το εξής: Όταν το Δημοτικό Σχολείο εστεγάζετο στο οίκημα Βυθούλκα, στο Ν.Δ σημείο (μέχρι το 1954), ποτέ δεν διέκοψε τα μαθήματά του!. Αυτό βέβαια δεν θα μπορούσε να γίνει.

            Η διάρκεια του ¨ποταμιού¨ και η συχνότητα θα ανάγκαζε το σχολείο όχι απλά να διακόπτει κάποιες ημέρες αλλά τελικά να κλείνει οριστικά!.

            Έτσι κάποιοι μαθητές, άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο υπόκειντο σε θυσίες. Εκείνοι που ήταν σε δεινότερη θέση ήταν οι μαθητές που έμεναν ΒΑ της ¨γραμμής¨ Πλάτανος. Δηλαδή πέρα από το σημείο που η μεγάλη μάζα νερού απέκοβε εκείνη την περιοχή από το υπόλοιπο χωριό, δίκην χάνδακος!. Και ήταν όντως ένα ¨χαντάκι¨ βαθύ με ορμητικά νερά!. Η καροτσά της ¨Λαπατίνας¨ (από Ανδραβίδα) που έφτανε στον Πλάτανο και από εκεί η καροτσά προς ¨Παλιολίβαδο¨ και προς θάλασα, σαν μια νοητή κοίτη ποταμού έκοβε το χωριό στα δύο!.

            Το σημείο προσπέλασης ήταν ένα μόνο. Στον Πλάτανο! Και τούτο γιατί ο δρόμος (Μυρσίνης – Λεχαινών) στο σημείο εκείνο ήταν χτιστός με πέτρα μεγάλη (λευκή) και μπορούσε να πατήσει κανείς γερά. Και ακόμη, το σημείο εκείνο δεν βάθαινε όπως αλλού, που παρασύρετο το χώμα. Όσοι μαθητές λοιπόν έμεναν πίσω από την ¨επικίνδυνη¨ γραμμή, ήταν υποχρεωμένοι, όπως και οι μεγάλοι, να περνούν ξυπόλυτοι και μέχρι το γόνατο και πάνω ακόμη, καθημερινά, εκείνα τα νερά και όχι μόνον.

            Και ήταν οι μαθητές των οικογενειών, Α. Θωμάτου, Ν. Μπώκου, Γ. Αρβανίτη, Αφών Φλιάτουρα, Δ. Γκατζούνα, Α. Σπυράτου, Κολλιόπουλων, Αν. Μπώκου και άλλων, που κυριολεκτικά ζούσαν μέσα στο νερό!.

2.ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ – ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΕΡΓΑ

Όπως αναφέρθηκε η Μυρσίνη ήταν η κατεξοχήν πλημμυροπαθής Κοινότητα του κάμπου. Η Μυρσίνη ζούσε τον φόβο και την καταστροφή σ’όλη τους την έκταση. Και φυσικά ήταν η μόνη κοινότητα που αντέδρασε έντονα και δυναμικά, συγκριτικά με άλλες, ζητώντας να πάψει εκείνος ο βραχνάς. Ζητώντας να γίνουν αντιπλημμυρικά έργα.

Στην αρχή περιορίστηκε σε διαμαρτυρίες και παραστάσεις σε Νομαρχιακό επίπεδο και παραστάσεις προς τους πολιτικούς του νομού. Όμως, ποτέ δεν άλλαξε τίποτα και ο κάθε χειμώνας έφερνε όλο και πιο απαιτητικόν τον ¨Ζητιάνο¨!. Οι υποσχέσεις, έμειναν απλά υποσχέσεις. Έτσι, παραμονές των εκλογών του 1935, σύσσωμο το χωριό κατέβηκε διαμαρτυρόμενο στα Λεχαινά. Εκείνη την ημέρα θα εκφωνούσε πολιτικό λόγο ο Ηλείος πολιτικός, Στέφανος Στεφανόπουλος. Εκεί έπιασαν ένα μέρος της Πλατείας του Αγ. Δημητρίου, που έβλεπε στην εξέδρα, που είχε στηθεί για την ομιλία, κρατώντας μαύρες σημαίες και ένα μεγάλο πανώ, που έγραφε: ¨Η Μυρσίνη δεν ψηφίζει. Είναι πλημμυροπαθής!¨ Επικεφαλής αυτών που κρατούσαν τις μαύρες σημαίες και το πανώ ήταν ο Στέφανος Πετρόπουλος.

Και οι Μυρσιναίοι κράτησαν τον λόγο τους. Στις εκλογές εκείνες δεν ψήφισε κανείς, πλην ενός!. Αυτός ο ένας, εγγεγραμμένος  στους εκλογικούς καταλόγους του χωριού, ονόματι Λέβεντος, κατάγετο από το χωριό αλλά έμενε σε άλλο μέρος και ψήφισε γιατί δεν γνώριζε την απόφαση των Μυρσιναίων…

Ωστόσο, φαίνεται ότι η διαμαρτυρία εκείνη (της μη προσέλευσης στις κάλπες) έπιασε τόπο!. Το 1937-38 επί Μεταξά, άρχισαν επιτέλους τα αντιπλημμυρικά έργα στο ¨Μπρατέικο¨ όπως και στο Μπαραμπούτι. Λόγω όμως του πολέμου τα έργα εκείνα δεν ολοκληρώθηκαν, με αποτέλεσμα το ¨ποτάμι¨, να συνεχίζει να ¨βγαίνει¨ και να πνίγει την Μυρσίνη και την περιοχή.

Τα αντιπλημμυρικά έργα ολοκληρώθηκαν το 1953 επί Κυβερνήσεως Παπάγου. Έτσι, η Μυρσίνη και οι άλλες Κοινότητες γύρω ανάσαναν και ο εφιάλτης εκείνος που τις ταλαιπώρησε επί αιώνες χάθηκε οριστικά!. Όμως, αξίζει να αναφέρουμε ότι το θέμα ¨ποτάμι¨ για την ευρύτερη περιοχή δεν τελείωσε!. Ενώ γλίτωσε η βόρεια περιοχή, άρχισε να πλήττεται η νότια!. Το Βαρθολομιό και η γύρω περιοχή του!. Όλος ο όγκος λοιπόν των νερών του ποταμού που οδηγήθηκαν στην ¨νέα¨ κοίτη του, λόγω εμποδίων (στροφές, δέντρα κλπ.), εκτρέποντο προ της εξόδου τους στη θάλασσα και πλημμύριζαν το Βαρθολομιό. Το πρόβλημα τελικά και για το Βαρθολομιό λύθηκε οριστικά με την διευθέτηση του υπόλοιπου της κοίτης και της ¨Μπούκας¨.

Έτσι έχει η ιστορία του ¨Ζητιάνου¨ για την Μυρσίνη, από όσα στοιχεία μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε.

Δυστυχώς όμως η Μυρσίνη δεν φοβήθηκε, δεν ταλαιπωρήθηκε μόνο από το ¨ποτάμι¨, αλλά και θρήνησε εξαιτίας του.

Το 1908, ένας μικρός μαθητής, ο Γιάννης Δ. Μανιάτης, έπαιζε με τους φίλους του το ¨επί κοντώ¨ στηριζόμενος σ’ ένα καλάμι. Παίρνοντας φόρα περνούσαν το λαγγάδι, δίπλα στο γεφύρι, στου Κρεκούκη. Κάποια στιγμή το καλάμι έσπασε και ο μικρός βρέθηκε στα θολά και βαθιά νερά του λαγγαδιού, που έφερνε το ¨ποτάμι¨. Δεν πρόφτασε κανείς να τον βοηθήσει. Τα νερά τον πήραν κάτω από το γεφύρι…Τον άτυχο μικρό μαθητή τον βρήκαν αργότερα πνιγμένον, αρκετά μέτρα μακριά. (Αφήγηση: Δημ.Μανιάτης).     

[photo via]


* Το παρόν κείμενο είναι απόσπασμα από το συγγραφικό έργο του Μυρσιναίου Διονυσίου Ν. Μπώκου με τίτλο «ΜΥΡΣΙΝΗ – Η ιστορία και ο κόσμος της» (1996). Η μεταφορά του κειμένου από το υπόψη βιβλίο στην παρούσα ιστοσελίδα είναι αυτούσια, πλην όμως στερείται δυστυχώς της σχετικής εικονογράφησης που μπορεί κανείς να απολαύσει στην έντυπη μορφή.

** Ο Διονύσιος Ν. Μπώκος γεννήθηκε στη Μυρσίνη το 1942 και επαγγελματικά σταδιοδρόμησε στην Πολεμική Αεροπορία από το 1961, μέχρι και την αποστρατεία του ως Ανώτερος Αξιωματικός. Είναι έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών και παππούς ενός εγγονού. Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει μέχρι σήμερα δεκαεπτά (17) βιβλία ποικίλου περιεχομένου (λογοτεχνικά, ιστορικά, λαογραφικά κ.α). Έχει αρθρογραφήσει επί σειρά ετών σε αριθμό τοπικών εφημερίδων, ενώ από το 1990 μέχρι και το 2010 κυκλοφόρησε τη δική του τοπική εφημερίδα, τη «ΜΥΡΣΙΝΗ». Είναι μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και της Εταιρείας Λογοτεχνών ΝΔ. Ελλάδος.

*** Οι Εθελοντές του χωριού μας, ευχαριστούν θερμά τον κ. Μπώκο, τόσο για την έμπρακτη στήριξη της προσπάθειας για ξαναζωντάνεμα του χωριού μας, όσο και για την μοναδικής αξίας διαχρονική προσφορά του στον τόπο μας, μέσα από το συγγραφικό του έργο.

Επισκεφθείτε μας